el-GRen-US
Language
Παρασκευή, 27 Δεκεμβρίου 2024

Εργοστάσιο του Ανεμογιάννη

image

Εργοστάσιο του Ανεμογιάννη

-διατηρητέο μνημείο, Τοπίο Ιδιαίτερου Φυσικού κάλλους (αξιόλογο δείγμα της βιομηχανικής αρχιτεκτονικής του περασμένου αιώνα στην περιοχή των Ιονίων Νήσων)

Το εργοστάσιο χτίστηκε στα τέλη του 19ου αι. από τα αδέρφια Στέφανο και Ιωάννη Ανεμογιάννη (ιατρός) και λειτούργησε αρχικά ως ελαιοτριβείο. Βρίσκεται στον όρμο του Λογγού, στο βόρειο τμήμα του οικισμού, ακριβώς δίπλα στην παραλία και καταλαμβάνει έκταση 1.800τ.μ. περίπου (κυρίως βιομηχανικό κτίριο, βοηθητικά κτίρια και αποθήκες και η βιομηχανική καμινάδα ύψους 24μ.) σε οικόπεδο συνολικής έκτασης 3.500τ.μ., που είχε αγοραστεί από την οικογένεια Ανεμογιάννη το 1874. Μετά το θάνατο του Στέφανου Ανεμογιάννη, το 1910, αναλαμβάνει ο γιος του Σπύρος Ανεμογιάννης, χημικός. Μετά το θάνατο και του Ιωάννη Ανεμογιάννη ξεκινά η δεύτερη περίοδος επέκτασης του εργοστασίου 1932-1935, οπότε το εργοστάσιο λειτουργεί και ως ραφινερία, πυρηνελαιουργείο και σαπωνοποιείο, ενώ για κάποιο διάστημα έφτιαχνε και εμφιάλωνε και κονιάκ.





Επρόκειτο για μια μεγάλη μονάδα επεξεργασίας ελαιοκάρπου,

εφάμιλλη των καλύτερων εργοστασίων της Ιταλίας και μοναδική στα Βαλκάνια με εξαγωγές μέχρι την Τουρκία. Εκτός από τη μεγάλη ποσότητα εκθλίψεως ελαιοκάρπου είχε τη δυνατότητα επεξεργασίας ελαιοπυρήνα και παραγωγής εξαιρετικών πράσινων σαπουνιών. 

Τα έτη 1918-1930 καταγράφεται ως ατμοκίνητο ελαιοτριβείο, το οποίο εξάγει ελαιόλαδο στην Ιταλία. Το 1936 διαπιστώθηκε ότι ο Σπύρος Ανεμογιάννης εισέπραττε εκθλιπτικό δικαίωμα 30 πετρελαιοδοχείων ελαιοκάρπου και 20 καρτούτσια ελαίου και τους ελαιοπυρήνες στην περίπτωση που τα μεταφορικά ήταν σε βάρος του ή 18 καρτούτσια ελαίου και τους ελαιοπυρήνες σε περίπτωση που τα μεταφορικά ήταν σε βάρος του ελαιοκτηματία. 1η Ιουλίου 1938 στο εργοστάσιο έχουν εγκαταστήσει τελειότατα μηχανήματα έκθλιψης του καρπού για την παραγωγή του κοινού ελαίου, ελαίου φαγώσιμου, της διϋλίσεως ελαίου, της εξαγωγής πυρηνελαίου και σαπωνοποιίας. Το εργοστάσιο δούλευε όλο το εικοσιτετράωρο, διέθετε χώρο για τα ζώα (άλογα) και είχε πρόσβαση για φόρτωση πρώτων υλών και προϊόντων και από τη θάλασσα με την κατασκευή πρόχειρου πόντε. Στα χρόνια ακμής του απασχολούσε 60-72 εργάτες (από προφορικές μαρτυρίες γνωρίζουμε ότι αρκετοί εργάτες έρχονταν να εργαστούν και από τις απέναντι ηπειρωτικές ακτές, οι οποίοι έμεναν σε χώρο του εργοστασίου), αποτελώντας μια μεγάλη και υπολογίσιμη για την εποχή οικονομική βοήθεια στην περιοχή του Λογγού αλλά και ολόκληρου του νησιού.






Η δραστηριότητα του εργοστασίου δεν περιοριζόταν στο άλεσμα της ελιάς αλλά και στην αποθήκευση, τη φύλαξη και τη διάθεση του παραγόμενου λαδιού που ο κάθε παραγωγός αποθήκευε στην καθορισμένη πύλα έχοντας απόλυτη εμπιστοσύνη στην επιχείρηση. Η εντιμότητα και μόνιμη προθυμία για οικονομικές διευκολύνσεις, σε χρήμα ή σε είδος, ειδικότερα σε περιόδους πολέμου, έδωσε στην επιχείρηση αυτή έντονα ανθρωπιστικό χαρακτήρα. 


Το 1964 ξέσπασε πυρκαγιά, η οποία κατέστρεψε ολόκληρο το τμήμα του ξηραντηρίου και τις διπλανές αποθήκες, ενώ το 1966 ξέσπασε και δεύτερη πυρκαγιά. Ήδη το 1979 απασχολεί λίγους εργάτες, για να κλείσει οριστικά τη δεκαετία του 1980. Στη συνέχεια έγιναν διάφορες προτάσεις και συζητήσεις στο Δημοτικό Συμβούλιο του Δήμου Παξών για αξιοποίησή του από το Δήμο προκειμένου να ενισχυθεί η οικονομική, κοινωνική και πολιτιστική ζωή του νησιού, να στηριχθεί η τοπική κοινωνία και να βελτιωθεί μέσω αυτού η ποιότητα ζωής. Για παράδειγμα, προτάθηκε να χρησιμοποιηθεί για να καλύψει ανάγκες των πολιτιστικών και εκπαιδευτικών συλλόγων του νησιού, να στεγάσει υπαίθριες και κλειστές αγορές ή δημόσιες υπηρεσίες, να φιλοξενήσει αίθουσες κινηματογράφου, διαλέξεων, συνεδρίων, εκθέσεων, παραστάσεων, τουριστικών επιχειρήσεων ή μουσείο Ελιάς. Πολλοί νέοι επιστήμονες έχουν ασχοληθεί στις πτυχιακές ή διπλωματικές τους εργασίες με την ιστορία και τη σύγχρονη αξιοποίηση του εργοστασίου (ενδεικτικά αναφέρουμε τα σχέδια φοιτητών της αρχιτεκτονικής σχολής του Παν/μίου του Ίνσμπρουκ με επιβλέποντα καθηγητή τον Robert Veneri). Τελικά, το 1985 αγοράστηκε από ιδιώτες, μεταπωλήθηκε το 2006 και μέχρι σήμερα παραμένει αναξιοποίητο.


Λύχνου Ευτέρπη, εφ. Ηχώ των Παξών αρ.φ. 529/Δεκέμβριος 2021




Terms Of UsePrivacy StatementCopyright 2024 by Δήμος Παξών
Back To Top